οχτρός

οχτρός
ο враг, неприятель

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "οχτρός" в других словарях:

  • οχτρός — ή, ό (ποιητ. τ.) βλ. οχθρός …   Dictionary of Greek

  • οχτρός — ο εχτρός, αντίπαλος: Κάνε καλό και στο φίλο και στον οχτρό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εχθρός — ά, ό, αρσ. και εχτρός και οχτρός (ΑΜ ἐχθρός, ά, όν, Μ αρσ. και ὀχθρός και ὀχτρός) 1. αυτός εναντίον τού οποίου αισθάνεται κάποιος έχθρα, μίσος, απέχθεια, αποστροφή («ἐχθρὸς γάρ μοι κεῑνος ὅμως Ἀΐδαο πύλῃσιν», Ομ. Ιλ.) 2. (συν. το αρσ. και θηλ. ως …   Dictionary of Greek

  • ερμηνεύω — (AM ἑρμηνεύω, Α δωρ. τ. έρμανεύω) [ερμηνεύς] 1. διασαφηνίζω, εξηγῶ, αναπτύσσω κάτι κατά τρόπο σαφή και κατανοητό 2. (για έργα τέχνης) κατανοώ βαθιά ή εκτελώ με επιτυχία θεατρικό ή μουσικό έργο 3. μεταγλωττίζω από μια γλώσσα σε άλλη 4. (νομ.)… …   Dictionary of Greek

  • οχθρό — και οχτρός, ή, ό (στον Ερωτόκρ.) εχθρός. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. έχει σχηματιστεί είτε από συναίρεση τού ο εχθρός είτε με προληπτική αφομοίωση τού αρκτικού ε σε ο ] …   Dictionary of Greek

  • εχθρός — εχθρός, ο και οχτρός, ο 1. αυτός που μας μισεί και τον μισούμε. 2. πολέμιος, αντίπαλος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»